Τενοντίτιδα Αχιλλείου

 

Τι είναι η τενοντίτιδα του Αχίλλειου τένοντα;

Η τενοντίτιδα Αχιλλείου υποδηλώνει φλεγμονή η οποία όμως είναι περιορισμένη καθώς υπάρχει μικρή παροχή αίματος στον Αχίλλειο τένοντα. Πιο κατάλληλες περιγραφές είναι η παρατενοντίτιδα (φλεγμονή του περιβλήματος του τένοντα που μοιάζει με το τενόντιο έλυτρο), τενοντοπάθεια ( ουσιαστικά εκφύλιση – φθορά του τένοντα) ή ένας συνδυασμός των δύο.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα της τενοντίτιδας του Αχιλλείου;

Η παρατενοντίτιδα εμφανίζεται σε νεαρότερες ηλικίες. Τα συμπτώματα εμφανίζονται σταδιακά και συνήθως αυτόματα, χωρίς σαφές ιστορικό κάκωσης. Ο πόνος και η αίσθηση «καψίματος» εμφανίζονται ειδικά με τις πρωινές δραστηριότητες. Τα συμπτώματα μπορεί να βελτιωθούν κάπως με τις δραστηριότητες αλλά επιδεινώνονται αργότερα με τη συνέχιση της άσκησης. Με τον καιρό ο πόνος προκαλείται ακόμα και στη μειωμένη δραστηριότητα.

Ο Αχίλλειος τένοντας συχνά είναι διογκωμένος, ζεστός και ευαίσθητος 2.5 με 10 εκατοστά πάνω από την κατάφυση του στην πτέρνα. Ορισμένες φορές παρατηρείται τριβή (κριγμός) με απαλή ψηλάφηση του τένοντα κατά τη διάρκεια της κίνησης του αστραγάλου.
Η τενοντοπάθεια έχει παρόμοια συμπτώματα αλλά συνήθως εμφανίζεται σε ασθενείς μέσης ηλικίας. Εάν υπάρχει πολύ έντονος πόνος και περιορισμένη κινητικότητα αυτό μπορεί να υποδηλώνει μερική ρήξη του τένοντα.

 

Τι προκαλεί την τενοντίτιδα του Αχιλλείου;

Τα αίτια της παρατενοντίτιδας δεν είναι απόλυτα κατανοητά αν και υπάρχει συσχέτιση με την πρόσφατη αύξηση της έντασης του τρεξίματος και των αλμάτων στη γυμναστική. Η τενοντίτιδα μπορεί επίσης να συσχετιστεί με επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες που υπερφορτίζουν τη δομή του τένοντα. Παραμορφώσεις όπως η πλατυποδία, η υψηλή ποδική καμάρα ή προβλήματα με τα υποδήματα και το τρέξιμο σε ανώμαλες ή ιδιαίτερα σκληρές ή κεκλιμένες επιφάνειες. Η τενοντοπάθεια συσχετίζεται επίσης με τη διαδικασία της γήρανσης (ageing).

 

Ανατομία του Αχίλλειου τένοντα

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο μεγαλύτερος τένοντας του σώματος. Σχηματίζεται από την συνένωση των ινών των άνω μυών της κνήμης και καταφύεται στο πίσω μέρος του οστού της πτέρνας. Η αιμάτωση παρέχεται κεντρικά από τους μύες που βρίσκονται στη γάμπα και περιφερικά από την κατάφυσή του στην πτέρνα. Η παροχή αίματος είναι περιορισμένη στη ζώνη περιορισμένης αιμάτωσης (watershed zone) περίπου 2.5 με 10 εκατοστά πάνω από την κατάφυσή του στο οστό της πτέρνας. Η παρατενοντίτιδα και η τενοντοπάθεια αναπτύσσονται στην ίδια περιοχή.

 

Πως γίνεται η διάγνωση της τενοντίτιδας Αχιλλείου;

Υπάρχει διόγκωση και θερμότητα του τένοντα 2.5 έως 10 εκατοστά πάνω από την πρόσφυσή του στην πτέρνα. Ο πόνος και μερικές φορές ένα αίσθημα τριβής σαν γρατσούνισμα μπορεί να δημιουργηθεί με απαλή πίεση του τένοντα μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη κατά την κίνηση του αστραγάλου. Μπορεί επίσης να υπάρχει αδυναμία στην δύναμη ώθησης κατά τη βάδιση. Η απεικόνιση με μαγνητική τομογραφία (MRI) μπορεί να καθορίσει την έκταση της εκφύλισης, το βαθμό στον οποίο εμπλέκεται το περίβλημα του τένοντα (παρατένοντας) και την παρουσία άλλων προβλημάτων στην περιοχή, αλλά η διάγνωση είναι ως επί το πλείστον κλινική.

 

Ποιες είναι οι επιλογές αντιμετώπισης

Επιλογές συντηρητικής αντιμετώπισης

Οι περισσότερες περιπτώσεις αντιμετωπίζονται επιτυχώς μη χειρουργικά, αν και αυτό είναι χρονοβόρο και συχνά δημιουργεί ένα αίσθημα απογοήτευσης στους περισσότερο δραστήριους ασθενείς. Η θεραπεία είναι λιγότερο πιθανό να είναι επιτυχής εάν τα συμπτώματα επιμένουν για περισσότερο από έξι μήνες. Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει τη λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ανάπαυση, ακινητοποίηση, περιορισμό δραστηριοτήτων, πάγο, θερμά-ψυχρά λουτρά (contrast baths), διατάσεις και ανυψωτικά της πτέρνας.
Εάν τα συμπτώματα συνεχίζουν να επιμένουν μετά από δύο με τρεις μήνες, ένα πρόγραμμα φυσικοθεραπείας μπορεί να είναι επωφελές. Η υποστήριξη της ποδικής καμάρας μπορεί να βοηθήσει αν υπάρχει πλατυποδία. Μπορεί να χρειαστεί ένας αφαιρούμενος ή μόνιμος νάρθηκας ώστε να ξεκουραστεί πλήρως η περιοχή. Ο κρουστικός υπέρηχος (ESWT extracorpeal shockwave therapy) και οι ενέσεις πλάσματος πλούσιες σε αιμοπετάλια (PRP injections) επίσης χρησιμοποιούνται, με ποικίλες αναφορές σχετικά με τα ποσοστά επιτυχίας τους. Η φαρμακευτική αγωγή με αυτοκόλλητα νιτρογλυκερίνης που εφαρμόζεται στο υπερκείμενο δέρμα μπορεί επίσης να είναι επωφελής.

 

Επιλογές χειρουργικής αντιμετώπισης

Για την παρατενοντίτιδα μια επιλογή είναι η τεχνική που ονομάζεται “brisement” , δηλαδή η διάσπαση της ουλής που εμποδίζει την ομαλή λειτουργία του τένοντα. Ένα τοπικό αναισθητικό εγχύεται στον χώρο μεταξύ του τένοντα και του περιβλήματος που τον περιβάλλει (παρατένοντας) για να διαλύσει τον ουλώδη ιστό. Αυτό μπορεί να είναι επωφελές σε πρώιμα στάδια του προβλήματος (συχνότητα 30% έως 50%), αλλά μπορεί να χρειαστεί να επαναληφθεί δύο έως τρεις φορές.
Η χειρουργική επέμβαση συνίσταται στην εκτομή του παρατένοντα στις περιοχές πάχυνσης και ουλοποίησής του. Ο ίδιος ο Αχίλλειος τένοντας επίσης διερευνάται και τυχόν επιμήκεις ρήξεις εντός του τένοντα διορθώνονται. Η κινητοποίηση ξεκινά σχεδόν αμέσως για να αποφευχθεί η εκ νέου ουλοποίηση του τένοντα στα υπερκείμενα μαλακά μόρια (παρατένοντας / υποδόριο λίπος). Η φόρτιση μπορεί να ξεκινήσει άμεσα όταν υποχωρήσει ο πόνος και το πρήξιμο, κάτι που απαιτεί συνήθως λιγότερο από μία έως δύο εβδομάδες. Η επιστροφή σε υψηλής έντασης δραστηριότητες διαρκεί τρεις έως έξι μήνες.

Δεδομένου ότι η τενοντοπάθεια συνεπάγεται αλλαγές στην υπόσταση του τένοντα, η απλή διάσπαση της ουλής του παρατένοντα (brisement) δεν ωφελεί. Η ενδεδειγμένη χειρουργική επέμβαση συνίσταται στην εκτομή ουλώδους ιστού και επασβεστώσεων μέσα στον τένοντα. Ο παθολογικός ιστός αφαιρείται μέχρι να εμφανιστούν τα όρια του φυσιολογικού. Ο τένοντας στη συνέχεια αποκαθίσταται με ράμματα. Σε ηλικιωμένους ασθενείς ή όταν αφαιρείται περισσότερο από το 50% του τένοντα, ένας από τους άλλους τένοντες της περιοχής στο πίσω μέρος του αστραγάλου μεταφέρεται στο οστό της φτέρνας για να βοηθήσει τον Αχίλλειο τένοντα σε ισχύ καθώς και για την καλύτερη αιμάτωση της περιοχής.

 

Πόσο διαρκεί η ανάρρωση της τενοντίτιδας του Αχιλλείου;

Η ανάρρωση από τα συμπτώματα τόσο με τη συντηρητική όσο και με τη χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να διαρκέσει ένα έως δύο χρόνια. Συστήνονται τουλάχιστον τρεις έως έξι μήνες συντηρητικής θεραπείας πριν να εξετάσουμε την περίπτωση της χειρουργικής επέμβασης. Ένας γύψος, νάρθηκας ή ορθωτικό χρησιμοποιείται για τέσσερις έως οκτώ εβδομάδες μετά τη χειρουργική επέμβαση, παρόλο που οι πρώτες ασκήσεις κινητοποίησης θα ξεκινήσουν νωρίτερα.

Η συντηρητική αντιμετώπιση της παρατενοντίτιδας μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες, αλλά έχει ως αποτέλεσμα την επίλυση και την επιστροφή στις προηγούμενες δραστηριότητες στο 90% των περιπτώσεων. Στους ασθενείς που αποτυγχάνουν με τη συντηρητική αντιμετώπιση, η χειρουργική θεραπεία θα οδηγήσει στην επίλυση των συμπτωμάτων σε ποσοστό 75% έως 100% των περιπτώσεων.

Τα αποτελέσματα της συντηρητικής και της χειρουργικής θεραπείας της τενοντοπάθειας είναι λιγότερο προβλέψιμα. Οι αναφορές για τα ποσοστά επιτυχίας της χειρουργικής επέμβασης κυμαίνονται από 36% έως 100% . Τα καλύτερα αποτελέσματα συνδέονται με τη βραχύτερη διάρκεια των συμπτωμάτων, το ποσοστό προσβολής της μάζας του τένοντα, τη νεαρότερη ηλικία και από το εάν πραγματοποιείται ταυτόχρονα τενοντομεταφορά.

 

Πιθανές επιπλοκές

Ο κίνδυνος ρήξης του Αχίλλειου τένοντα είναι μικρός αλλά υπαρκτός. Η επιστροφή στις φυσιολογικές αθλητικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν τρέξιμο και άλματα συνήθως αποφεύγεται μέχρις ότου ο πόνος εξαφανιστεί πλήρως και η προσβεβλημένη περιοχή δεν είναι πλέον ευαίσθητη στην αφή. Όπως συμβαίνει με οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση, υπάρχουν κίνδυνοι λοίμωξης και προβλήματα επούλωσης στη χειρουργική τομή, παρόλο που αυτά είναι σπάνια.

 

Συχνές ερωτήσεις

Θα βοηθούσε η έγχυση κορτιζόνης;

Οι ενέσεις κορτιζόνης δεν συνιστώνται για τη θεραπεία αυτών των τύπων προβλημάτων, διότι μπορεί να οδηγήσουν σε νέκρωση του τένοντα και να καταστήσουν πολύ ευκολότερη τη ρήξη του τένοντα.