Καταφυτική τενοντίτιδα Αχιλλείου

Τι είναι η καταφυτική τενοντίτιδα Αχιλλείου;

Είναι μία εκφύλιση των ινών του Αχίλλειου τένοντα στην περιοχή της κατάφυσης του στο οστό της πτέρνας. Μπορεί να συσχετιστεί με φλεγμονή του λεγόμενου οπισθοπτερνικού τενοντίου ορογόνου ελύτρου (retrocalcaneal bursa) ή του περιβλήματος του τένοντα (παρατένοντας) στην ίδια περιοχή.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Οι περισσότεροι ασθενείς αναφέρουν τη σταδιακή εμφάνιση του πόνου και το οίδημα (=πρήξιμο) στην κατάφυση του Αχιλλείου στο πίσω μέρος του οστού της φτέρνας χωρίς συγκεκριμένο τραυματισμό. Στην αρχή, ο πόνος παρατηρείται μόνο μετά από τη δραστηριότητα, αλλά γίνεται πιο μόνιμος με την πάροδο του χρόνου. Ο πόνος επιδεινώνεται με το άλμα ή το τρέξιμο και ειδικά με αθλήματα που απαιτούν αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Υπάρχει ευαισθησία ακριβώς πάνω από το πίσω μέρος του οστού της πτέρνας και συχνά υπάρχει μια οστέινη προεξοχή σε αυτή την περιοχή. Η κάμψη της ποδοκνημικής άρθρωσης (αστράγαλος) σε γωνία πάνω από 90 μοίρες κάμψη περιορίζεται από τον πόνο.

Τι προκαλεί την καταφυτική τενοντίτιδα Αχιλλείου;

Η αιτία είναι κυρίως οι εκφυλιστικές αλλοιώσεις του τένοντα. Ο μέσος ασθενής είναι γύρω στην ηλικία των 40 ετών. Οι καταστάσεις που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο πρόκλησης καταφυτικής τενοντίτιδας του Αχιλλείου τένοντα περιλαμβάνουν την ψωρίαση και το σύνδρομο Reiter, την σπονδυλοαρθροπάθεια, την ουρική αρθρίτιδα, την συγγενή υπερλιπιδαιμία, τη σαρκοείδωση και τη διάχυτη ιδιοπαθή σκελετική υπερόστωση, καθώς και τη χρήση φαρμάκων όπως στεροειδή και αντιβιοτικά του τύπου της φθοριοκινολόνης.

 

Ανατομία

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο μεγαλύτερος τένοντας του σώματος. Σχηματίζεται από την συνένωση των ινών των άνω μυών της κνήμης και καταφύεται στο πίσω μέρος του οστού της πτέρνας. Οι κύριες λειτουργίες του είναι η κάμψη της ποδοκνημικής άρθρωσης, συμβάλλοντας στην κάμψη και των δακτύλων, και στρέφοντας ελαφρά την πτέρνα προς την έσω πλευρά του ποδιού (αντίστοιχα με το μεγάλο δάκτυλο). Στο ύψος της κατάφυσης του Αχίλλειου τένοντα στο οστό της πτέρνας μπορεί να υπάρχει μια οστική προεξοχή σαν αιχμηρή επασβέστωση (ενθεσόφυτο) ή / και εξόστωση σαν διόγκωση στη ράχη του φύματος της πτέρνας, που ονομάζεται εξόστωση Haglund. Και τα δύο μπορεί να προκαλούν μηχανικό ερεθισμό στον τένοντα. Υπάρχουν ωστόσο πολλές φυσιολογικές παραλλαγές στο μέγεθος και σχήμα αυτών των εξοστώσεων, αντίστοιχα όπως συμβαίνει στο σώμα μας με την μύτη ή τα αυτιά.

 

Πως γίνεται η διάγνωση της καταφυτικής τενοντίτιδας του Αχιλλείου;

Η διάγνωση εξακολουθεί να βασίζεται κυρίως στην κλινική εξέταση. Οι ακτινογραφίες μπορεί να παρουσιάζουν επασβεστώσεις εντός της κατάφυσης του τένοντα στην πτέρνα σε περίπου 60% των ασθενών. Η παρουσία τους συνδέεται με μικρότερα ποσοστά επιτυχίας της συντηρητικής θεραπείας και μεγαλύτερο χρόνο αποκατάστασης εάν πραγματοποιηθεί χειρουργική επέμβαση. Οι ακτινογραφίες μπορεί να αναδείξουν επίσης και την λεγόμενη παραμόρφωση Haglund.

Η μαγνητική τομογραφία της ποδοκνημικής (Magnetic Resonance Imaging – MRI) παραμένει η εξέταση εκλογής από πλευράς απεικονιστικού ελέγχου καθώς μπορεί να καθορίσει την έκταση της εκφύλισης καθώς και άλλους παράγοντες όπως η οπισθοπτερνική θυλακίτιδα, η οποία μπορεί να συμβάλει στον πόνο στο πίσω μέρος της πτέρνας.

 

Ποιες είναι οι θεραπευτικές επιλογές;

Επιλογές συντηρητικής θεραπείας

Η συντηρητική, μη χειρουργική θεραπεία παραμένει αποτελεσματική στην πλειοψηφία των ασθενών. Περιλαμβάνει εκτεταμένη χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ανυψωτικά της πτέρνας, διατάσεις και χρήση υποδημάτων που δεν πιέζουν πάνω από αυτήν την περιοχή. Εάν τα συμπτώματα επιμένουν, τότε οι νάρθηκες νυκτός, η υποστήριξη της ποδικής καμάρας με ορθοπαιδικά πέλματα (πάτοι) και η φυσικοθεραπεία μπορεί να είναι επωφελείς. Εάν αυτά αποτύχουν, τότε υποδεικνύεται η εφαρμογή ενός γύψου ή ενός νάρθηκα με σταδιακή επιστροφή σε δραστηριότητες. Τα επιθέματα νιτρογλυκερίνης μπορούν επίσης να είναι χρήσιμα σε μια προσπάθεια αύξησης της παροχής αίματος σε αυτήν την περιοχή.

 

Επιλογές χειρουργικής θεραπείας

Η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται εάν υπάρχει αποτυχία μετά από αρκετούς μήνες συντηρητικής θεραπείας. Με τη χειρουργική επέμβαση αφαιρούνται τα εκφυλισμένα τμήματα του τένοντα, οποιοδήποτε οστό που ερεθίζει τον τένοντα και ο φλεγμαίνων ορογόνος θύλακος. Αν ο τένοντας είναι βραχύς, τότε μπορεί να χρειαστεί και επιμήκυνση του. Η σύνδεση του τένοντα στο οστό της πτέρνας μπορεί να χρειαστεί να ενισχυθεί με ράμματα που προσφύονται άμεσα στο οστό.

Διάφορες προσπελάσεις και τεχνικές, συμπεριλαμβανομένης της ενδοσκόπησης, χρησιμοποιούνται για την επίτευξη αυτών των στόχων. Δεν υπάρχει ομογνωμία ως προς το ποια είναι η καλύτερη από πλευράς επιτυχίας και επιπλοκών. Σε ηλικιωμένους ασθενείς ή σε εκείνους στους οποίους αφαιρείται περισσότερο από το 50% του τένοντα, ένας από τους άλλους τένοντες στο πίσω μέρος του αστραγάλου μεταφέρεται συνήθως στο οστό της φτέρνας για να βοηθήσει τον Αχίλλειο να δυναμώσει καθώς επίσης και για την καλύτερη αιμάτωση της περιοχής.

 

Πόσο διαρκεί η αποκατάσταση μετά το χειρουργείο;

Μετά τη χειρουργική επέμβαση, ένας νάρθηκας φοριέται για δύο εβδομάδες σε θέση όπου τα δάκτυλα να είναι προς τα κάτω για να επιτρέψει την επούλωση του τραύματος. Μόλις αρχίσει να επουλώνεται η πληγή, ο ασθενής μπορεί φορτίσει το πόδι ενώ φορά γύψο ή αφαιρούμενο νάρθηκα και ξεκινά η κινησιοθεραπεία με ασκήσεις εύρους κίνησης. Η φυσικοθεραπεία ξεκινάει σε τέσσερις έως έξι εβδομάδες. Η επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες συνήθως επιτρέπεται μεταξύ 8 και 12 εβδομάδων μετά το χειρουργείο, ανάλογα με την ποσότητα του τένοντα που αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης. Εάν στην επέμβαση χρειαστεί να μεταφερθεί και ένας άλλος τένοντας στην περιοχή του Αχιλλείου (τενοντομεταφορά), η αποκατάσταση μπορεί να διαρκέσει περισσότερο.

Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν ένα έως δύο χρόνια για να ανακάμψουν μετά από την χειρουργική αλλά και την συντηρητική θεραπεία. Τα καλά έως εξαιρετικά αποτελέσματα μετά από χειρουργική επέμβαση είναι περίπου 75%.

 

Πιθανές επιπλοκές

Λόγω της φτωχής αιμάτωσης του δέρματος και του τένοντα στην πάσχουσα περιοχή, ο μεγαλύτερος κίνδυνος μετά τη χειρουργική επέμβαση είναι αυτός των επιπλοκών στην επούλωση του τραύματος, της λοίμωξης και της αποκόλλησης του τένοντα από την κατάφυση του στην πτέρνα.

 

Συχνές ερωτήσεις

Θα βοηθηθώ με ενέσεις κορτιζόνης;

Οι ενέσεις κορτιζόνης δεν συνιστώνται για τη θεραπεία αυτών των τύπων προβλημάτων του τένοντα του Αχίλλειου, επειδή μπορούν να οδηγήσουν σε νέκρωση του τένοντα και να καταστήσουν πολύ ευκολότερη τη ρήξη.