Πτώση άκρου ποδός. Τενοντομεταφορά

Τι είναι η πτώση άκρου ποδός;

Η πτώση του άκρου ποδός εμφανίζεται όταν οι μύες και οι τένοντες που τραβούν το πόδι προς τα πάνω δεν λειτουργούν πια. Αυτό είναι συνήθως το αποτέλεσμα τραυματισμού νεύρου, εγκεφαλικού επεισοδίου ή ασθένειας των νεύρων (νευροπάθεια). Αν ένα άτομο δεν μπορεί να σηκώσει το πόδι του όταν περπατάει, το πόδι ή τα δάχτυλα των ποδιών μπορεί να σέρνονται στο έδαφος κάνοντας δύσκολο το περπάτημα. Τις περισσότερες φορές, ένας νάρθηκας μπορεί να βοηθήσει για να διορθωθεί η θέση του ποδιού κατά τη βάδιση.

 

Ποιος είναι ο στόχος της επέμβασης στην πτώση του άκρου ποδός;

Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης στην πτώση του άκρου ποδός είναι να βελτιωθεί η ικανότητα ενός ασθενούς να σηκώνει το πόδι και την ποδοκνημική σε καταστάσεις όπου αυτή η λειτουργία είναι αδύναμη ή έχει χαθεί πλήρως.

 

Ποια σημάδια υποδηλώνουν την ανάγκη χειρουργικής επέμβασης;

Όταν οι μύες που σηκώνουν το πόδι δεν λειτουργούν, αλλά άλλοι μύες γύρω από το πόδι και η ποδοκνημική εξακολουθούν να λειτουργούν, υπάρχει μια χειρουργική επέμβαση που μπορεί να είναι χρήσιμη. Αν και η εφαρμογή ενός νάρθηκα είναι επίσης μια λογική λύση για αυτό το πρόβλημα, αρκετοί ασθενείς δεν μπορούν να το ανεχθούν ή επιθυμούν να μπορούν να περπατήσουν χωρίς βοήθεια. Μια επέμβαση τενοντομεταφοράς για την αντιμετώπιση της πτώσης άκρου ποδός είναι δικαιολογημένη για τους ασθενείς αυτούς.

 

Πότε πρέπει να αποφεύγεται η χειρουργική επέμβαση;

Εάν δεν υπάρχει καμιά μυϊκή λειτουργία γύρω από τον αστράγαλο, αυτή η χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να εκτελεστεί. Ο ασθενής πρέπει να έχει κάποιους λειτουργικούς μύες ώστε η χειρουργική επέμβαση για την πτώση άκρου ποδός να είναι επιτυχημένη.

 

Γενικές πληροφορίες για την χειρουργική επέμβαση

Η χειρουργική επέμβαση για την πτώση άκρου ποδός ονομάζεται τενοντομεταφορά. Γενικά, η τενοντομεταφορά είναι μία επέμβαση κατά την οποία ένας τένοντας (και ο συνδεδεμένος με αυτόν μυς), ο οποίος εξακολουθεί να λειτουργεί, λαμβάνεται από ένα μέρος του ποδιού και μετακινείται σε άλλο τμήμα του ποδιού για να προσπαθήσει να αντικαταστήσει τη μυϊκή λειτουργία που λείπει. Ο πιο συνηθισμένος τένοντας που μεταφέρεται στην πτώση του ποδιού είναι ο οπίσθιος κνημιαίος τένοντας.

Χειρουργική τεχνική

Η χειρουργική επέμβαση μεταφοράς του οπισθίου κνημιαίου τένοντα μπορεί είτε να περιλαμβάνει μόνο τη μεταφορά του οπίσθιου κνημιαίου είτε να μεταφέρεται με συμμετοχή άλλων δύο τενόντων, του μακρύ περονιαίου και του προσθίου κνημιαίου. Όταν χρησιμοποιούνται και οι τρεις τένοντες, ονομάζεται επέμβαση χαλινού (τεχνική Bridle) επειδή οι τρεις τένοντες είναι προσαρτημένοι σε μια διαμόρφωση σαν χαλινάρι που κρατάει το πόδι.

Απαιτούνται πολλαπλές τομές για τη μετακίνηση του τένοντα από τη μια θέση στην άλλη. Ο οπίσθιος κνημιαίος τένοντας αφαιρείται από την κατάφυση του στο σκαφοειδές οστό στην εσωτερική πλευρά του ποδιού. Αυτή είναι η πρώτη τομή. Μια δεύτερη τομή γίνεται πάνω από τον αστράγαλο όπου και εντοπίζονται ο τένοντας και οι μύες. Ο τένοντας τραβιέται σε αυτή τη δεύτερη τομή και στη συνέχεια μεταφέρεται μεταξύ των οστών της κνήμης και της περόνης στο πρόσθιο μέρος του αστραγάλου.

Η επόμενη τομή γίνεται στην κορυφή του ποδιού στο οστό στο οποίο πρόκειται να μεταφερθεί ο τένοντας. Ο τένοντας γλιστράει κάτω από το δέρμα με κατεύθυνση αυτό το οστό και στερεώνεται σε αυτό με τη δημιουργία μιας οστικής σήραγγας.

Εάν πραγματοποιηθεί επέμβαση χαλινού (τεχνική Bridle), ένας δεύτερος τένοντας, ο μακρύς περονιαίος, κόβεται πάνω από το επίπεδο του αστραγάλου στην εξωτερική πλευρά του ποδιού. Αυτός ο τένοντας στη συνέχεια κατευθύνεται προς το μπροστινό μέρος της ποδοκνημικής και το ελεύθερο άκρο συνδέεται με τον οπίσθιο κνημιαίο τένοντα και τον πρόσθιο κνημιαίο τένοντα σε μια διαμόρφωση που θυμίζει χαλινάρι (=χαλινός). Με την κατασκευή αυτή ο οπίσθιος κνημιαίος μυς τραβά και τους τρεις τένοντες για να τραβήξει το πόδι προς τα επάνω. Ο οπίσθιος κνημιαίος τένοντας κατευθύνεται προς την κορυφή του ποδιού όπως περιγράφεται παραπάνω.

Περιστασιακά, η ποδοκνημική μπορεί να είναι πολύ δύσκαμπτη από τη μακροχρόνια αδυναμία για ορθοστάτηση. Εάν δεν είναι δυνατόν να τραβηχτεί η ποδοκνημική προς τα πάνω για προσάρτηση της τενοντομεταφοράς, ο τένοντας του Αχιλλείου επιμηκύνεται για να βοηθήσει να μπορείτε να φέρετε το πόδι και την ποδοκνημική προς τα επάνω. Αυτό γίνεται είτε μέσω μιας έσω τομής στην γαστροκνήμια είτε μέσω μιας τομής πάνω από τον Αχίλλειο τένοντα. Η τοποθέτηση της τομής βασίζεται στο βαθμό δυσκαμψίας της ποδοκνημικής.

Τι συμβαίνει μετά την επέμβαση;

Ένας γύψινος νάρθηκας τοποθετείται στην ποδοκνημική στον χώρο του χειρουργείου για να συγκρατήσει τη θέση του ποδιού και της ποδοκνημικής και να προστατεύσει τους νέους μεταφερόμενους τένοντες. Η αυστηρή ανύψωση και η αποφόρτιση επιβάλλονται κατά τις πρώτες 10 έως 14 ημέρες. Τα ράμματα αφαιρούνται περίπου στις 14 ημέρες. Ένας νέος νάρθηκας τοποθετείται μετά την αφαίρεση των ραμμάτων και συνεχίζεται μέχρι έξι εβδομάδες μετά τη χειρουργική επέμβαση. Ο ασθενής συνήθως δεν φορτίζει πλήρως το σκέλος κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Ο νάρθηκας αφαιρείται έξι εβδομάδες μετά την επέμβαση και τοποθετείται αφαιρούμενη μπότα. Ο ασθενής μπορεί να ξεκινήσει το περπάτημα με τη χρήση της μπότας. Η φυσικοθεραπεία για την επανεκπαίδευση του τένοντα στη νέα του θέση συνεχίζεται για οκτώ έως 12 εβδομάδες. Ένας νάρθηκας νύχτας φοριέται μέχρι τρεις μήνες μετεγχειρητικά για την πρόληψη του πρόωρου τεντώματος της μεταφοράς.

Καθώς το οίδημα υποχωρεί, ένα προσαρμοσμένο ειδικό ορθωτικό μπορεί να φορεθεί σε ένα αθλητικό παπούτσι και η χρήση της μπότας διακόπτεται. Μόλις βελτιωθεί η δύναμη και η κινητικότητα του ασθενούς με τη φυσικοθεραπεία, η χρήση του ορθωτικού μπορεί να διακοπεί. Ιδανικά, ο ασθενής θα μπορεί να περπατά χωρίς τη χρήση ορθωτικού.

Πιθανές επιπλοκές

Υπάρχουν γενικές επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση. Αυτές περιλαμβάνουν τους κινδύνους που σχετίζονται με την αναισθησία, τις λοιμώξεις, τη βλάβη σε νεύρα και αιμοφόρα αγγεία, την αιμορραγία και τη δημιουργία θρόμβων.

Ειδικότερα, πιθανές επιπλοκές της συγκεκριμένης αντιμετώπισης περιλαμβάνουν μόλυνση τραύματος, βαθιά λοίμωξη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την τενοντομεταφορά και αποτυχία του τένοντα ή σχίσιμο.

Συχνές ερωτήσεις

 

Θα έχω “φυσιολογική” κίνηση ποδοκνημικής μετά από αυτή την επέμβαση;

Μια επέμβαση για την αντιμετώπιση της πτώσης άκρου ποδός αλλάζει τη λειτουργία της ποδοκνημικής και επιτρέπει σε έναν ασθενή να περπατά χωρίς βοηθήματα. Ωστόσο, δεν είναι δυνατό να αποκατασταθεί η φυσιολογική δύναμη και το πλήρες εύρος κίνησης με αυτή τη χειρουργική επέμβαση.

 

Θα μπορέσω να σηκώσω προς τα πάνω τα δάκτυλα μου;

Συχνά ένας τραυματισμός του νεύρου που προκαλεί πτώση άκρου ποδός περιορίζει επίσης την ικανότητα να σηκώνετε προς τα πάνω τα δάκτυλα των ποδιών. Η τενοντομεταφορά δεν θα αποκαταστήσει αυτή τη λειτουργία. Εάν αυτό σας ανησυχεί, βεβαιωθείτε ότι θα το αναφέρετε στον γιατρό σας για να σας προτείνει και άλλες λύσεις.

 

Θα μπορέσω να περπατήσω χωρίς βοήθημα;

Ο σκοπός της επέμβασης είναι να προσπαθήσει να βελτιώσει τη λειτουργία της ποδοκνημικής έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να περπατήσει χωρίς ορθωτικά βοηθήματα. Ωστόσο, με σοβαρό τραυματισμό των νεύρων δεν είναι πάντοτε δυνατό να διασφαλιστεί ότι ο ασθενής θα είναι πάντα ελεύθερος βοηθημάτων.

 

Θα χρειαστώ φυσικοθεραπεία;

Είναι χρήσιμο να κάνετε φυσικοθεραπείες για να βοηθήσετε στην επανεκπαίδευση των μυών και τη νέα τους λειτουργία. Η θεραπεία συνεχίζεται μέχρις ότου επιτευχθεί πρόοδος τόσο για την ενδυνάμωση όσο και στην κινητικότητα και είστε σε θέση να σταματήσετε τη χρήση της μπότας ή τον νάρθηκα.

 

Μπορεί να πραγματοποιηθεί χειρουργική επέμβαση για την πτώση άκρου ποδός εάν δεν έχω καθόλου λειτουργικούς μύες;

Η χειρουργική επέμβαση τενοντομεταφοράς για την αντιμετώπιση της πτώσης του άκρου ποδός είναι αποτελεσματική μόνο εάν εξακολουθούν να λειτουργούν μερικοί από τους μυς γύρω από τον αστράγαλο.

 

 

Υπάρχει “ο ιδανικός χρόνος” για την επέμβαση μετά από την εμφάνιση της πτώσης άκρου ποδός; Είναι καλύτερα να γίνει νωρίτερα από αργότερα;

Οι τραυματισμοί των νεύρων μπορούν να βελτιωθούν με αργό ρυθμό. Είναι πιθανό ότι κατά την αρχική φάση του τραυματισμού, δηλαδή από μήνες έως ένα χρόνο, η πτώση του άκρου ποδός θα βελτιωθεί και η δύναμη θα επιστρέψει. Σε περίπου ένα χρόνο, αν δεν έχει βελτιωθεί καμία λειτουργία, είναι λογικό να εξεταστεί η πιθανότητα χειρουργικής επέμβασης για την αντιμετώπιση της πτώσης του άκρου ποδός. Για μια μακροχρόνια πτώση άκρου ποδός (δηλαδή όταν ο τραυματισμός συνέβη πριν από πολλά χρόνια) μια επέμβαση για την αντιμετώπιση της μπορεί ακόμη να έχει επιτυχία εάν οι άλλοι μύες γύρω από την ποδοκνημική εξακολουθούν να λειτουργούν. Έτσι, δεν έχει σημασία πριν πόσο καιρό συνέβη η πτώση. Θα πρέπει να ζητήσετε τη γνώμη ενός ορθοπαιδικού χειρουργού ειδικού στις παθήσεις της ποδοκνημικής και του άκρου ποδός για να δείτε αν είστε κατάλληλος υποψήφιος για αυτή την χειρουργική επέμβαση.